θέλγεται

θέλγεται
θέλγω
enchant
pres ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • άθελκτος — ἄθελκτος, ον (Α) [θέλγω] αυτός που δεν θέλγεται, άκαμπτος, αλύγιστος, αμείλικτος …   Dictionary of Greek

  • αθελγής — ἀθελγής, ές (Α) [θέλγω] 1. αυτός που δεν θέλγεται από κάτι 2. αυτός που δεν θέλγει …   Dictionary of Greek

  • καταύλησις — καταύλησις, ἡ (Α) [καταυλώ] 1. το παίξιμο τού αυλού 2. το να θέλγει ή να θέλγεται κανείς με τον αυλό …   Dictionary of Greek

  • λυροθελγής — λυροθελγής, ές (Α) αυτός που θέλγεται από το άκουσμα τής λύρας. [ΕΤΥΜΟΛ. < λύρα + θελγής (< θέλγω), πρβλ. παν θελγής, φρενο θελγής] …   Dictionary of Greek

  • θέλγετ' — θέλγετε , θέλγω enchant pres imperat act 2nd pl θέλγετε , θέλγω enchant pres ind act 2nd pl θέλγεται , θέλγω enchant pres ind mp 3rd sg θέλγετο , θέλγω enchant imperf ind mp 3rd sg (homeric ionic) θέλγετε , θέλγω enchant imperf ind act 2nd pl… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”